Το μεγαλύτερο πρόβλημα διαδρομής που κληθήκαμε να λύσουμε στη 16ήμερη διάρκεια του DUST ήταν σίγουρα εκείνο στα Βαρδούσια, την προτελευταία ημέρα της πορείας. Μετά από μια αγχωτική ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή του βουνού, τον Κόρακα (2495μ), μέσα σε πυκνό σύννεφο με μηδενική ορατότητα και δυνατό αέρα, κατηφορίσαμε από άλλη διαδρομή από εκείνη των καταφυγίων (Σκόρδα Πιτιμάλικου) από την οποία είχαμε ανέβει. Λίγο ένας «κούκος» (σωρός από πέτρες για σημάδι), λίγο το ίχνος στο GPS που ταυτιζόταν, και ακόμα περισσότερο ο αρχικός μας σχεδιασμός να κατέβουμε από το «Ασανσέρ» στην Μουσουνίτσα, μας οδήγησαν από λάθος εκτίμηση στη διαδρομή των Κοπρισιών προς τον βορρά.
Όταν έχοντας ήδη κάνει ένα χιλιόμετρο κατηφορικής διαδρομής αντιληφθήκαμε ότι βρισκόμαστε στο δρόμο για τις Κοπρισιές και όχι στο Ασανσέρ, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε από εκεί, διασταυρώνοντας τα διαθέσιμα στοιχεία μας (χάρτης, GPS, περιγραφές). Όμως, κάπου στα 2000 μέτρα βρεθήκαμε μπροστά σε ένα αδιέξοδο, καθώς και οι «κούκοι» που μας συντρόφευαν μέχρι εκεί σταμάτησαν ξαφνικά αλλά και η διαδρομή στο GPS έδειχνε ότι έπρεπε να μπούμε μέσα σε ένα λούκι χωρίς οπτικό πεδίο και σε μεγάλη κλίση, πράγμα εξαιρετικά επικίνδυνο σε τέτοιες περιπτώσεις.
Αφού αναζητήσαμε μάταια λύση με κάθε τρόπο, ζητώντας και τη συνδρομή ορειβατών από τον ασύρματο, αποφασίσαμε να κάνουμε μεταβολή και να ανέβουμε και πάλι το 1,5 χιλιόμετρο που είχαμε κατηφορίσει (300μ κατάβαση) από το Μέγα Κάμπο, το πλατό της κορυφής και να κατηφορίσουμε από την κλασική διαδρομή που είχαμε ακολουθήσει αρχικά. Όλα αυτά έγιναν κάτω από την πίεση του χρόνου και της μέρας που σε λίγο τελείωνε, του κρύου και της κόπωσης που ήδη μας επηρέαζαν και κυρίως, εξαιτίας του αδιεξόδου για εναλλακτική διαδρομή στο σημείο εγκλωβισμού μας. Ευτυχώς, μια γρήγορη επιστροφή στο Μέγα Κάμπο και μια ψύχραιμη κατάβαση στα καταφύγια λίγο πριν νυχτώσει, έσωσαν την κατάσταση από δυσάρεστα απρόοπτα και λίγο πριν τα μεσάνυχτα φτάναμε ταλαιπωρημένοι αλλά ασφαλείς στο χωριό της Μουσουνίτσας, έχοντας θυσιάσει τουλάχιστον 4-5 επιπλέον ώρες πορείας και αρκετά χιλιόμετρα διαδρομής, εξαιτίας του αδιέξοδου των Κοπρισιών!
Μια έρευνα εκ των υστέρων για το πώς χάθηκε η διαδρομή από μπροστά μας, απέδειξε το πόσο επικίνδυνο είναι να βασίζεται κάποιος μόνο σε ελλιπείς διαθέσιμες πληροφορίες και ελλιπή σηματοδότηση, και όχι στην εμπειρία του από παρόμοιες καταστάσεις. Το λούκι που δεν αποπειραθήκαμε να κατέβουμε στο επίμαχο σημείο, ήταν όντως η χειρότερη επιλογή και ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι θα είχε πολύ άσχημα αποτελέσματα. Το γεγονός ότι το GPS έδειχνε πως έπρεπε να μπούμε στο λούκι, θα μπορούσε να μας στείλει κυριολεκτικά στο θάνατο! Όμως αποκλίσεις των 4-5 μέτρων στα ίχνη των GPS είναι συνηθισμένες σε τέτοιες καταγραφές και ο πεζοπόρος πρέπει να παίρνει σοβαρά υπόψη του τέτοιες πιθανότητες και να μην βασίζεται μόνο στο ψηφιακό ίχνος! Η σωστή διαδρομή ήταν ακριβώς δίπλα από το λούκι αλλά χωρίς κανένα σημάδι, χωρίς κανένα ίχνος και το κυριότερο σε μια απόκρημνη πλαγιά με σπασμένη πέτρα, που κατέληγε σε γκρεμό πάνω από το λούκι.
Βουνά απόκρημνα όπως τα Βαρδούσια, κρύβουν σοβαρούς κινδύνους για όσους τα πάρουν αψήφιστα! Το ίδιο και η κίνηση σε διαδρομές με ελάχιστη σήμανση και χωρίς ουσιαστικά κανένα ίχνος μονοπατιού. Θα πρέπει οι άνθρωποι που έχουν την καλή διάθεση να σηματοδοτούν διαδρομές, να δίνουν λίγη παραπάνω προσοχή σε κρίσιμα σημεία όπως το συγκεκριμένο. Υπάρχουν πάντα πεζοπόροι που θα περάσουν για πρώτη τους φορά από ένα τέτοιο μέρος και είναι κρίμα να κινδυνέψουν ζωές χωρίς ουσιαστικό λόγο.
Εδώ η διαδρομή στα Βαρδούσια, την 15η μέρα του Pindus DUST
Λάζαρος Ρήγος