UltrAsimina 2017, 1ος αγώνας: Corfu Mountain Trail 100K

0
5250

Το νησί των Φαιάκων βοήθησε τον Οδυσσέα να τελειώσει την δική του περιπλάνηση, την Οδύσσεια, και να γυρίσει στην Ιθάκη του μ ένα καράβι που του χάρισε. Ο ίδιος αυτός τόπος, η αγαπημένη Κέρκυρα, βοήθησε κι εμένα, στο ξεκίνημα όμως της δικής μου Οδύσσειας, αυτής που φέρει την ονομασία ULTRASIMINA και εστιάζεται στο να ολοκληρώσω τρέχοντας τους επτά πιο δυνατούς και σκληρούς ultra-trail αγώνες στην Ελλάδα. Η ιδέα της περιπλάνησης στον κόσμο των ultra βρήκε θετική απήχηση από την DYNAFIT, η οποία και αποφάσισε να τη στηρίξει, πράγμα πολύ σημαντικό για την προσπάθειά μου.

Από την πρώτη μου επαφή με τους αγώνες βουνού, αγάπησα γρήγορα τους ultra, γιατί αποτελούν μια ολοκληρωμένη περιπέτεια! Μια περιπέτεια, που δεν τελειώνει γρήγορα αλλά ούτε και εύκολα. Έτσι, αποφάσισα να δημιουργήσω ένα προσωπικό στοίχημα για τη φετινή χρονιά, θέλοντας να δείξω στο κοινό του ορεινού τρεξίματος, ότι τα ultra δεν θέλουν προετοιμασία μιας ολόκληρης ζωής για να τα μπεις σ αυτό το «ταξίδι» και να το απολαύσεις. Δε χρειάζεται να είσαι υπεράνθρωπος στις φυσικές σου δυνάμεις ή να έχεις αμέτρητα χρόνια στους αγώνες ορεινού τρεξίματος, για να το κάνεις. Σίγουρα χρειάζονται κάποια ουσιαστικά προσόντα, τα αποκαλούμενα κριτήρια των διοργανώσεων και αρκετά χιλιόμετρα στα πόδια, όμως δεν είναι τα ULTRA να τα φοβάσαι και να κρατιέσαι σε απόσταση απ’ αυτά! Ίσα-ίσα, είναι εκείνα που θα σε οδηγήσουν να κατανοήσεις την πραγματική ουσία όλης της φιλοσοφίας του ορεινού τρεξίματος. Ένας μόνο λόγος μπορεί να υπάρχει, που να σε κάνει να μη θέλεις να τρέχεις ULTRA: σου μαθαίνουν πάρα πολλά!

 

Στην εκκίνηση του CORFU MOUNTAIN TRAIL, έτοιμη να απολαύσω το ταξίδι του αγώνα “NIGHT & DAY”, των 99km και των 3760D+, ήμουν ήρεμη και ανυπομονούσα να ζήσω τις εκπλήξεις ενός άγνωστου αγώνα, αφού ήταν η πρώτη διοργάνωση του συγκεκριμένου (πέρυσι είχε μήκος 80km και ήταν σε άλλη διαδρομή). Ο αγώνας ξεκίνησε από το χωριό  Ύψος, στα βορειοανατολικά του νησιού. Εκεί υπήρχε μια γιορτή για όλους εμάς τους αθλητές, οργανωμένη από την τοπική κοινωνία, με παραδοσιακούς χορούς. Το όμορφο γεγονός μας κράτησε συντροφιά μέχρι τις 11 το βράδυ, που δόθηκε και η εκκίνηση (λόγω αλλαγής στη θερινή ώρα, η εκκίνηση δόθηκε μια ώρα νωρίτερα για πρακτικούς λόγους).

 

Φύγαμε λοιπόν με δύναμη και ενθουσιασμό μες στα σκοτάδια και με ιδανικό καιρό και ξάστερο ουρανό. Στην αρχή τρέξαμε για λίγο στην παραλία του Ύψους πάνω σε άσφαλτο, αμέσως μετά όμως βγήκαμε σε μονοπάτι, που ανηφόριζε για 8 συνεχόμενα χιλιόμετρα στο βουνό του Παντοκράτορα, φτάνοντας στο ψηλότερο σημείο της διαδρομής (763 μέτρα), λίγο πιο κάτω απ την κορυφή του βουνού! Δυστυχώς, το σκοτάδι δεν επέτρεπε να δεις τη θέα από εκεί ψηλά, παρά μόνο τα φώτα από τα χωριά τριγύρω στις ακτές του νησιού, ο έναστρος ουρανός και φυσικά το μονοπάτι, στο οποίο είχαμε επικεντρώσει την προσοχή μας.

 

Μετά ξεκίνησε κατήφορος και μπορούσα να διακρίνω μες στη νύχτα ότι βρισκόμουν σε πιο ανοιχτή έκταση, σαν ξέφωτο, με χορτάρι τριγύρω και πολλή φυτευτή πέτρα, χωρίς όμως να έχουμε απ την άλλη ένα ξεκάθαρο μονοπάτι. Θα το χαρακτήριζα off-trail μάλλον. Κάπως έτσι φτάσαμε και στον πρώτο σταθμό ανεφοδιασμού, στην Παλιά Περίθεια (ΚΜ-13) στο αρχαιότερο χωριό της Κέρκυρας, το οποίο μάλιστα τυχαίνει να συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο με τις 20 «ανεξερεύνητες περιοχές», από το National Geographic. Δεν θυμάμαι να σταμάτησα και πολύ, δυστυχώς.

 

Η διαδρομή ξαναμπήκε σε ανηφορικές κλίσεις στη συνέχεια. Δεν ήταν όμως τόσο έντονες όσο οι πρώτες και έτσι ούτε που κατάλαβα πότε έφτασα στο ΚΜ-19, όπου πλέον μια αρκετά μεγάλη σε διάρκεια κατηφόρα ξεκίνησε, όχι όμως τόσο απλή όπως φανταζόμουν. Ένας δρόμος εκεί, παρότι αρκετά φαρδύς είχε πολλή φυτευτή πέτρα και νομίζω ήταν η απόλυτα τεχνική διαδρομή! Ούτε που σκεφτόμουν πού πατούσα! Έτρεχα με όλη μου τη δύναμη και χωρίς να υπολογίζω το έδαφος κάτω απ τα παπούτσια μου. Ποθούσα να φτάσω στο 48ο χιλιόμετρο, το μισό της διαδρομής υποτίθεται, όπου θα με περίμενε και το drop-bag μου.

 

Το σκοτάδι κρατούσε ακόμα, ήταν βαθιά νύχτα, όμως ευτυχώς το μυαλό ήταν αφυπνισμένο και τα μάτια κατάφερναν να εστιάζουν λίγα μέτρα μπροστά απ’ το βηματισμό μου. Εκεί που έπρεπε τέτοιες ώρες δύσκολες! Πάντως, η συνεχής παρουσία ανθρώπων της διοργάνωσης μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν με άφηνε να νιώσω μόνη ή να κουραστώ ψυχολογικά!

 

Μια ακόμα κατηφόρα τελείωσε και το σώμα μου ένιωθε πολύ καλά. Ένα μικρό ανέβασμα και τα μάτια μου αντικρίζουν κάποιες δάδες αναμμένες, που με οδηγούσαν σε ένα παλιό κτίριο! Κάτι υπέροχο υπήρχε εκεί γύρω είμαι σίγουρη, όμως το σκοτάδι δεν με άφηνε να το αποκαλύψω… Τελικά η διαδρομή σε οδηγούσε να περάσεις μέσα από το κτίριο, που ήταν το Ασκηταριό. Μέσα εκεί στάθηκα για λίγα λεπτά να μασουλήσω κάτι. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι στάθηκα για να συνειδητοποιήσω το μυστήριο του τόπου εκεί, όσο μπορούσα, όσο μια ανάσα! Ο σταθμός τροφοδοσίας ήταν μέσα σ’ ένα παλιό ελαιοτριβείο! Πανέμορφα. Έτσι, έφυγα με κάτι χορταστικό στο στομάχι και κάτι όμορφο στην ψυχή. Δεν μπορώ να το ερμηνεύσω αλλά μου άρεσε εκεί πέρα!

 

Λίγο μετά περάσαμε από το χωριό Επίσκεψη, κάπου στο 22ο χιλιόμετρο, όπου μας περίμενε ένα ανέλπιστο event, πέρα από τον πλούσιο μπουφέ του σταθμού: ζωντανή μουσική για τους αθλητές του αγώνα μέσα στη νύχτα! Αυτή η επαφή με τη ζωντάνια των μουσικών και του κόσμου στο σταθμό μου τόνωσαν την ψυχολογία, σε μια κρίσιμη στιγμή του αγώνα. Συνεχίζοντας στη νύχτα, ο επόμενος σταθμός που μας περίμενε, ήταν ο εκείνος στις Νύμφες, στο χωριό Νεραιδοχώρι. Τα αυτιά μου αισθάνθηκαν αυτόν τον γλυκό ήχο και το φύσημα που κάνει το νερό όταν κυλάει. Υπήρχαν καταρράχτες εκεί γύρω! Το σκοτάδι δεν σε άφηνε να δεις, όμως εισέπραττες τη μαγεία!

 

Οι εναλλαγές συνεχίζονταν στις κλίσεις και τώρα σειρά είχε η ανηφόρα. Μετά πάλι κατηφόρα, μετά ανηφόρα… χα χα χα! Είχα μπει στον αυτόματο και το μόνο που …έβλεπα ήταν το drop-bag και όλα τα καλούδια του που θα με γέμιζαν ενέργεια, καθώς και την αλλαγή παπουτσιών, αφού θεωρούσα πως μετά θα είναι πιο «δρομική» όπως λέμε η διαδρομή.

 

 

Έτρεχα, έτρεχα… ώσπου η διαδρομή άρχισε να μπαίνει σε πλακόστρωτο δρομάκι. Κοίταξα το ρολόι μου, που έλεγε 47 χλμ. Αυτό σημαίνει ότι φτάνουμε στο drop-bag, σκέφτηκα… Πόση ανακούφιση! Επιτέλους, μπροστά μου κόσμος. Πλησιάζω…

 

–  το 36 (το νούμερό μου), περιμένοντας να μου δώσουν το σάκο.  Μου δίνουν νερό, το πίνω και ξαναλέω

– το 36, λίγο γρήγορα μόνο σας παρακαλώ!

Αμηχανία… Κοιτάω γύρω μου και ρωτάω:

– Δεν είναι εδώ το drop-bag;;;;

– Όχι! Σε 8χλμ !!!!

 

Ξανακοιτάω το ρολόι μου. Δεν μπορεί να κάνει λάθος το Suunto, σκέφτομαι… Τελικά δεν είχα φτάσει ακόμη στο drop-bag. Δεν είχα χρόνο όμως για απογοητεύσεις! Οχτώ χιλιόμετρα; ΟΚ! Πήρα βαθιά ανάσα κι έφυγα… Ακόμα το σκοτάδι μας σκέπαζε αν και στην ανατολή αχνοφαινόταν το λυκαυγές. Τότε άρχισα να συνειδητοποιώ πως ο αγώνας δεν ήταν 98 χιλιόμετρα αλλά πάνω από 100! Το έλεγα στον εαυτό μου, άσχετα που δεν ήθελα να το πιστέψω. Τελειώνοντας τον αγώνα και ανταλλάσσοντας πληροφόρηση με τους συναθλητές μου, διαπίστωσα ότι δεν ήμουν η μόνη που έγραψα τη διαδρομή στα 104 χιλιόμετρα (αντί για 99 που επαλήθευε η ITRA) και ανάβαση 4300 μέτρα (αντί για 3760 της ITRA). Προφανώς, η διοργάνωση του αγώνα θα ξαναδεί το επόμενο διάστημα το θέμα της μέτρησης της διαδρομής, δεδομένης της μεγάλης απόκλισης που διαπιστώσαμε όλοι μας!

 

Έτρεχα και προσπαθούσα να οργανώσω τη σκέψη μου. Τι θα πάρω από το drop-bag, αν θα κρατήσω τα ίδια παπούτσια, που μέχρι εκείνη την στιγμή με είχανε βγάλει απρόσμενα ξεκούραστη και είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη μου! Είχαν περάσει 40 χιλιόμετρα και είχα εντυπωσιαστεί από την πρόσφυση και τη σταθερότητα που μου χάριζαν σ ένα τόσο δύσκολο και τεχνικό τερέν. Τα Ultra Feline της Dynafit ήταν μάλλον η επιλογή που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης για το υπόλοιπο της αναπάντεχα απαιτητικής αυτής διαδρομής που μας περίμενε μέχρι το τέλος! Δεν αξίζει τον κόπο να θυσιάσει κανείς κάποια γραμμάρια λιγότερα για χάρη μιας επίδοσης, που ίσως και να μην καταφέρει κάτω από τέτοιες συνθήκες πεδίου, όταν  μπορεί να προστατέψει αποτελεσματικά τα πόδια του! Ο συγκεκριμένος αγώνας κερδίζει σε ειδικό βάρος, χάρη στη δυσκολία του τερέν της διαδρομής του, όσο κι αν ακούγεται παράξενο επειδή βρίσκεται σ ένα νησί όπως η Κέρκυρα. Άλλωστε σε αγώνα 100 χιλιομέτρων και σε πετρώδες έδαφος, αυτό που χρειάζεται κάποιος είναι η σταθερότητα στο βηματισμό του και η αποφυγή τραυματισμού από διαστρέμματα!

 

Όσο για εμένα, ο στόχος που είχα σαν χρόνο δεν μου έβγαινε! Είχαν αλλάξει τα δεδομένα πλέον, οπότε αποφάσισα απλά να απολαύσω την διαδρομή… Η μέρα μας χάρισε το πρώτο φως της όταν μπροστά μου αντίκρυσα τον πολυπόθητο σταθμό των Λακώνων! Επιτέλους, πήρα στα χέρια μου αυτό το πολύτιμο drop-bag, που τόσο ήθελα! Δεν πρέπει να έμεινα στο σταθμό πάνω από πέντε λεπτά και φυσικά δεν άλλαξα παπούτσια. Λίγο πιο πέρα κατηφορίσαμε προς την όμορφη Παλαιοκαστρίτσα και επιτέλους βγήκαμε στις παραλίες… Τι υπέροχη εικόνα και τι κουρασμένα πόδια! Αχ, πόσο θα ήθελα εδώ να παγώσει ο χρόνος και να βουτήξω στο κρύο νερό τα ποδαράκια μου! Η διαδρομή μας περνούσε λίγο μέσα από την παραλία, μετά ξανάρχιζε να ανεβαίνει σε όμορφο μονοπάτι. Συνεχίζοντας θα συναντούσαμε και την επόμενη παραλία. Πραγματικά ήταν ευτύχημα που τα μαγαζιά εκεί ήταν ακόμα κλειστά, γιατί νομίζω ότι μπορεί και να μην αντιστεκόμουν να εγκαταλείψω σ ένα τόσο όμορφο μέρος!

 

Να και άσφαλτος! Νομίζω για δυο-τρία χιλιόμετρα κινήθηκα σε άσφαλτο μετά. Δρόμοι γεμάτοι ελαιώνες δεξιά κι αριστερά και μωβ ανεμώνες, πανέμορφα! Συνέχισα λοιπόν ώσπου να φτάσω στον επόμενο σταθμό, αρκετά όμως χιλιόμετρα μακρύτερα! Ίσως του χρόνου κάπου εκεί ανάμεσα να πρέπει να κάνουν οι διοργανωτές έναν επιπλέον σταθμό, έστω μόνο με νερό. Στο ΚΜ-70 έφτασα στο σταθμό του Βάτου. Όλοι οι σταθμοί ήταν προσεγμένοι, χωρίς ελλείψεις. Σε οτιδήποτε μπορούσε κάποιος να ζητήσει. Μέχρι και κορδόνια αλλάξανε σε κάποιον συναθλητή μου!

16650399_1262290310521549_1107658724_n

Συνεχίζοντας μέσα από τσιμεντένιους δρόμους για λίγο ακόμα, φτάσαμε πάλι σε μια όαση. Πάλι θάλασσα στα μάτια μου. Πάλι ορίζοντας ανοιχτός. Πάλι όμως τα πόδια μου άρχισαν να βυθίζονται στην άμμο και το κορμί μου σαν μια εύθραυστη κατασκευή από τραπουλόχαρτα, που της τραβάνε την βάση και αυτή είναι έτοιμη να καταρρεύσει. Έπρεπε όμως να μείνω όρθια πάνω στην άμμο, αφήνοντας μόνο το κύμα να σπάει την απόλυτη ηρεμία του τοπίου… Άντεξα! Τελικά έγινα πιο δυνατή. Ή και πιο αναίσθητη, που δεν επέτρεψα στη τόση μαγεία να με καθηλώσει εκεί και ας μην τερμάτιζα ποτέ! Διασχίζοντας λοιπόν την  παραλία, έφτασα μπροστά σε κάποιους βράχους. Α, να και οι βράχοι που θα χρειαστεί να περάσω, σκέφτηκα. Δεν φαινόταν από εκεί που κοιτούσα πόση είναι η απόσταση. Καθώς άρχισα να σκαρφαλώνω, αντίκρισα αρκετή απόσταση ακόμα από βράχους που θα έπρεπε να περάσω! Πλάκα είχε βέβαια, για κάποιον όμως που έχει στα πόδια του ήδη τόσα χιλιόμετρα, είναι κάπως πιο δύσκολο. Ο αργός ρυθμός που αναγκαζόμουν να έχω, δίνοντας προσοχή σε τυχόν στραβοπάτημα έκανε το σώμα μου να κρυώνει. Και μέσα σε όλα σκέφτηκα πως ήταν κρίμα που δεν υπήρχε ένας φωτογράφος εδώ να μας φωτογραφήσει την ώρα που σκαρφαλώνουμε, για να έχουμε να θυμόμαστε μετά!

 

Κατάφερα να περάσω απ’ αυτό το δύσκολο μέρος χωρίς απρόοπτα και στο τέλος κάπου, ήταν ένας διασώστης για κάθε περίπτωση, ευτυχώς όμως σε μένα δεν χρειάστηκε! Τον χαιρέτησα με ένα χαμόγελο ευγνωμοσύνης. Ο καημένος κι αυτός, τόση ώρα να κάθεται εθελοντικά. Νομίζω  πως νιώθω την ανάγκη να πω ένα ευχαριστώ σε όλους τους εθελοντές, καθώς κάνουν πραγματικά μια υπέρβαση δαπάνης του προσωπικού τους χρόνου, πέρα απ’ την προσφορά τους σε μας.

 

Συνέχισα λοιπόν, προσπαθώντας να ξαναβρώ το ρυθμό μου, καθώς από τη διάσχιση της αμμουδιάς και της βραχωμένης ακτής είχα αποσυντονιστεί. Η διαδρομή έφτασε στους Καστελάνους, από όπου θα ανηφόριζε στη συνέχεια για τους Άγιους Δέκα. Μετά η διαδρομή ήταν γνώριμη από πέρυσι, όταν ο αγώνας ήταν 80 χιλιόμετρα και σε κάπως διαφορετική διαδρομή (δύο κύκλοι των 40 χλμ).

 

Ο τερματισμός ήταν στην περιοχή Μεσόγγη, όπου οι διοργανωτές είχαν φροντίσει για τη διαμονή των αθλητών (εφόσον οι τελευταίοι το επιθυμούσαν με χαμηλή χρέωση και all inclusive παροχές), στο “Messonghi Beach Holiday Resort” μεγάλο χορηγό του αγώνα, το οποίο είχε ανοίξει μόλις το ίδιο πρωί για την φετινή σεζόν!

 

Όταν είσαι μέσα στην διαδρομή και καλείσαι να αντιμετωπίσεις μια σειρά από εναλλαγές συναισθημάτων, συνθηκών, πεδίου κλπ, σου φαίνονται όλα πιο επίπονα. Άλλωστε η προσπάθεια είναι προσπάθεια μόνο όταν αρχίζει να πονάει! Όταν τελειώσει αυτό και πια βρεθείς ήρεμος με τις σκέψεις σου από την εμπειρία σου, τότε καταλαβαίνεις πως το σημαντικότερο είναι να υπάρχουν στιγμές στη ζωή που να θέλεις να τα παρατήσεις κι όμως εσύ να συνεχίζεις. Για ένα τέτοιο μάθημα λοιπόν, θα πρέπει να αισθάνεσαι τυχερός!

 

 Ο CORFU MOUNTAIN TRAIL NIGHT & DAY, είναι ένας αγώνας που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν το ορεινό τρέξιμο, από ανθρώπους που οι ίδιοι ζουν στην Κέρκυρα, που θέλησαν να δώσουν μια πολύ μεγάλη διαδρομή σε αθλητές Ultra. Μια διαδρομή που έγινε για πρώτη χρονιά φέτος, που διέσχισε την μια άκρη του νησιού έως την άλλη, που είχε την στήριξη όλου του νησιού με πολλούς ανθρώπους στον ρόλο του εθελοντή, με πολύ καλή υποστήριξη στους σταθμούς. Τυχόν λάθη υπάρχουν πάντα σε νέες προσπάθειες, είναι όμως τα παρθενικά λάθη που αποφεύγονται μόνο όταν  δεν κάνεις τίποτα. Δεν θα έπεφτα στο λάθος να συγκρίνω αποτέλεσμα διοργάνωσης από αγώνες 25 ή 40 χιλιομέτρων, γιατί σαφώς είναι πολύ πιο εύκολο να αποφευχθούν ενδεχόμενες παραλήψεις. Ούτε με αγώνες που διανύουν 5-7 χρόνια ζωής, γιατί ο αγώνας “Night & Day”, είναι ένας νέος αγώνας με μηδενική ιστορία αλλά η Κέρκυρα απέδειξε πως δεν έχει να ζηλέψει από άλλους αγώνες και διαδρομές βουνίσιες. Μπορεί να συγκεντρώσει την υψομετρική, τα χιλιόμετρα, το τερέν και οτιδήποτε άλλο χαρακτηρίζει έναν ορεινό αγώνα, όπως και τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία μέσα απ’ τα πανέμορφα χωριά που συναντάς στην προσπάθειά σου να φτάσεις στο τέρμα.

 

 

ΥΓ. Θα επιθυμούσα η έναρξη του αγώνα να άλλαζε είτε σε απόγευμα Παρασκευής έτσι ώστε να μπορούμε να απολαύσουμε τις ομορφιές της διαδρομής στα πρώτα χιλιόμετρα αλλά και όταν τερματίζουμε να μπορούμε να μείνουμε στο μέρος περισσότερο. Ή έστω βράδυ Παρασκευής, για να αποφύγουμε την άμεση αναχώρηση απ το νησί, καθώς η κόπωση δεν επιτρέπει την πολυτέλεια των μετακινήσεων.